Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010
Ντιέγκο Μαραντόνα - Simply the best
Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Αγαπήθηκε όσο λίγοι, αποτέλεσε για χρόνια το είδωλο για εκατομμύρια Αργεντινούς και μη, δίδαξε τι θα πει τεχνικό ποδόσφαιρο, κατέκτησε τίτλους, όμως το στο τέλος της καριέρας του κατέστρεψε την υστεροφημία του, απογοητεύοντας τους θαυμαστές του.
Γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1960 στο Villa Fiorito, ένα προάστιο του Μπουένος Άιρες. Ήταν το 5ο από τα 8 παιδιά της οικογένειας του Diego Maradona και της Dalma Salvadora Franco. Η οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του ήταν τραγική και όπως θα δηλώσει αργότερα ο ίδιος: «Είναι φοβερό να θυμάσαι το παρελθόν όταν προέρχεσαι από πολύ χαμηλά και ξέρεις ότι όλα όσα ήσουν, είσαι ή θα είσαι, δεν είναι τίποτα άλλο από αγώνας». Ο έρωτας του για τη στρογγυλή θεά γεννήθηκε από πολύ μικρή ηλικία. Όταν του κάνανε για δώρο την πρώτη του μπάλα ήταν 3 χρονών και δεν την αποχωριζόταν ούτε στον ύπνο του.
Στην ηλικία των δέκα ξεκίνησε να παίζει μπάλα στην παιδική ομάδα των Argentinos Juniors, την Cebollitas. Όσο και αν φαίνεται παράξενο, ο Ντιέγκο ξεκίνησε να παίζει ως λίμπερο! «Όταν παίζεις λίμπερο τα βλέπεις όλα από πίσω, όλο το γήπεδο είναι μπροστά σου, έχεις την μπάλα και λες ας πάμε από κει, ας ψάξουμε από την άλλη, είσαι το αφεντικό της ομάδας.», ήταν η άποψη του για τη συγκεκριμένη θέση, όμως το πλουσιοπάροχο ταλέντο του δεν μπορούσε να περιοριστεί στη θέση του λίμπερο. Την πρώτη του αποθέωση από το κοινό την έζησε σε παιδική ηλικία. Σε ένα από τα παιχνίδια των Argentinos Juniors, στο ημίχρονο, μαζί με τα άλλα πιτσιρίκια της παιδικής ομάδας, μπήκε στον αγωνιστικό χώρο και άρχισε να πραγματοποιεί τα μαγικά του κόλπα με την μπάλα. Το κοινό σάστισε από τις ικανότητες του πιτσιρικά και όταν ήρθε η ώρα να αρχίσει το δεύτερο ημίχρονο του αγώνα τον αποθέωσαν ζητώντας από τις ομάδες να τον αφήσουν να συνεχίσει τα μαγικά του.
Στις 20 Οκτωβρίου 1976, 10 μέρες πριν τα 16α γενέθλιά του, κάνει το ντεμπούτο του στο αργεντίνικο πρωτάθλημα με την φανέλα των Argentinos Juniors. Μπήκε ως αλλαγή στις αρχές του β' ημιχρόνου στη θέση του Τζιακομπέττι φορώντας τη φανέλα με το 16. Στις 14 Νοεμβρίου του ίδιου έτους σκοράρει το πρώτο του γκολ στον αγώνα ενάντια στην Σαν Λορέντζο. Από εκεί και πέρα τα πράγματα κύλησαν φυσιολογικά για τα δεδομένα αυτού του παίχτη. Το ντεμπούτο του με την μεγάλη του αγάπη του, την Εθνική Αργεντινής, πραγματοποιείται στις 27 Φλεβάρη 1977 σε παιχνίδι με αντίπαλο την Ουγγαρία. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 δεν συμπεριλαμβάνεται στα σχέδια του τότε ομοσπονδιακού προπονητή, όμως μετά από εκείνο το Μουντιάλ αρχίζει η Εποχή Μαραντόνα στην Εθνική Αργεντινής.
Ο πρώτος τίτλος που θα κατακτήσει με την γαλανόλευκη φανέλα είναι αυτός του Παγκοσμίου Κυπέλλου Νέων στην Ιαπωνία το 1979, όπου μάλιστα σκόραρε στον τελικό με τη Ε.Σ.Σ.Δ. (3-1) με απ' ευθείας εκτέλεση φάουλ. Το Φεβρουάριο του 81 υπογράφει στην άλλη του μεγάλη αγάπη, την Μπόκα Τζούνιορς και στο ντεμπούτο του πετυχαίνει 2 γκολ. Το πέρασμά του από την Μπόκα θα είναι σύντομο, καθώς έχοντας ήδη κατακτήσει ένα πρωτάθλημα, παίρνει την απόφαση να μετακομίσει στα ευρωπαϊκά γήπεδα και τον Ιούνιο του ‘82 παίρνει μεταγραφή για την Μπαρτσελόνα. Οι προσδοκίες των Καταλανών ήταν τεράστιες, όμως το Σεπτέμβρη του 1983 σε ένα ματς με την A.Mπιλμπάο ένα σκληρό μαρκάρισμα του Goicoechea έχει ως συνέπεια το σπάσιμο του ποδιού του Μαραντόνα το οποίο θα αποτελέσει την ταφόπλακα για την καριέρα του στην ισπανική ομάδα.Η αναγέννηση του Ντιεγκίτο θα έρθει το 1984. Υπογράφει συμβόλαιο με την ιταλική Νάπολη και γίνεται ο άνθρωπος σύμβολο όχι μόνο για την ομάδα, αλλά και για ολόκληρη την πόλη. Σε όλους τους δρόμους κυριαρχούν οι αφίσες του, οι κάτοικοι ζουν με το όνειρο να τον δουν από κοντά δίνοντάς του χαρακτήρα Μεσσία και ο ίδιος τους υπόσχεται πολλούς τίτλους. Πριν έρθουν όμως οι τίτλοι με την Νάπολη, έρχεται η παγκόσμια καταξίωση για τον Ντιέγκο.
Το 1986 στο Μουντιάλ του Μεξικού, όλη η υφήλιος ασχολείται με τον βιρτουόζο μάγο της μπάλας. Πολλοί λένε ότι εκείνο το Μουντιάλ το κέρδισε ο Μαραντόνα και όχι η Αργεντινή. Το παιχνίδι που σημάδεψε την καριέρα του ήταν ο προημιτελικός με την Αγγλία (2-1). Μπορεί στη μνήμη των περισσοτέρων να έχει μείνει το 1ο γκολ που πέτυχε χρησιμοποιώντας ολοφάνερα το χέρι του, το περιβόητο «Χέρι του Θεού», όμως λίγα λεπτά αργότερα υποχρέωσε όλο το κόσμο να υποκλιθεί μπροστά του, πετυχαίνοντας το ομορφότερο γκολ σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου. Πήρε τη μπάλα λίγο κάτω από τη σέντρα και αφού πέρασε 7 με 8 Άγγλους παίκτες πλάσαρε τη μπάλα στα δίχτυα δείχνοντας ξεκάθαρα ποιος είναι το αφεντικό. Στο τελικό η Αργεντινή επικράτησε της Δ. Γερμανίας με 3-2 και έτσι ο Ντιέγκο κατέκτησε το μοναδικό του Παγκόσμιο Κύπελλο με την εθνική ομάδα ανδρών της Αργεντινής.
Επιστρέφοντας στη Νάπολη με τις δάφνες του Παγκόσμιου Πρωταθλητή, όλοι ήξεραν ότι ήρθε η ώρα η ομάδα του ιταλικού νότου να κατακτήσει το 1ο πρωτάθλημα της ιστορίας της. Τα προγνωστικά επαληθεύτηκαν και την επόμενη ακριβώς χρονιά η Νάπολη κατακτά το Σκουντέντο. Μετά από 2 χρόνια έρχεται και η ευρωπαϊκή καταξίωση της Νάπολη, καθώς κατακτούν το Κύπελλο Ουέφα, ενώ το 1990 κατακτά και δεύτερο πρωτάθλημα με την ομάδα της Νάπολη. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς βρίσκει τον Μαραντόνα και πάλι στα ιταλικά γήπεδα, αυτή τη φορά με τη φανέλα της Εθνικής του ομάδας, προσπαθώντας να υπερασπιστεί τον τίτλο του Παγκόσμιου Πρωταθλητή. Με πολύ καλές εμφανίσεις οδηγεί την Αργεντινή στον τελικό, όπου εκεί αντιμετωπίζει την ενιαία πλέον Γερμανία των Ματαίους, Κλίνσμαν, Μπρέμε και φυσικά του κόουτς Μπενκεμπάουερ. Τα Πάντσερ θα κατακτήσουν το τρόπαιο χάριν όμως ενός αμφισβητούμενου πέναλτι. Οι αμφισβητίες του Μαραντόνα, γιατί υπήρχαν και τέτοιοι, δηλώνουν μετά το ματς ότι ήταν … «Το Πέναλτι του Θεού». Από εκεί και μετά αρχίζει η κατάρρευση του μύθου.
Στις 17 Μαρτίου 1991 στο παιχνίδι Νάπολη - Μπάρι ο Μαραντόνα βρίσκεται θετικός σε αντιτόπινκ έλεγχο (ναρκωτικές ουσίες) και τιμωρείται με 15μηνη αποβολή από τα γήπεδα. Η ημερομηνία αυτή αποτελεί μια από τις χειρότερες μέρες του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, καθώς εκτός από το γεγονός ότι έχουμε και επίσημα την εισβολή των αναβολικών στο χώρο του ποδοσφαίρου, έχουμε και την αποκαθήλωση ενός ειδώλου. Μετά το τέλος της ποινής του, ο Μαραντόνα καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να συνεχίσει τη καριέρα του στη Νάπολη, καθώς ξέρει ότι έχει πικράνει αυτούς που τον λάτρεψαν σαν Θεό, και παίρνει μεταγραφή για τη Σεβίλλη. Πολλοί πιστεύουν ότι η επιλογή τόσο της ομάδας της Σεβίλλης, όσο κυρίως της πόλης, δεν ήταν τυχαία. Οι ομοιότητες ήταν πολλές με την Νάπολη και ο Ντιέγκο πίστευε ότι εκεί μπορεί να πετύχει όσα πέτυχε στη Νάπολη. Κάτι όμως που δε συνέβη ποτέ και μετά από ένα χρόνο γυρίζει στην πατρίδα του για να παίξει με τους Newell's Old Boys.
Η τελευταία ευκαιρία για την καριέρα του Μαραντόνα να επιστρέψει στην ελίτ του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, θα του δοθεί στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αμερικής το 1994. Οι συμπατριώτες του, τού εμπιστεύονται εκ νέου το περιβραχιόνιο του αρχηγού περιμένοντας από αυτόν να τους οδηγήσει και πάλι στην κορυφή. Το ξεκίνημα της διοργάνωσης βρίσκει τον Ντιέγκο να κλέβει την παράσταση στη νίκη της Αργεντινής με 4-0 επί της Ελλάδος, πετυχαίνοντας μάλιστα και γκολ. Η συνέχεια όμως δεν είναι ανάλογη. Μετά το τέλος του δεύτερου αγώνα με την Νιγηρία κυκλοφορεί έντονα η φήμη ότι ο Μαραντόνα βρέθηκε ντοπαρισμένος. Οι ευχές όλων των αργεντινών να παραμείνουν φήμες δεν πραγματοποιούνται. Ο Μαραντόνα αποβάλλεται από το Μουντιάλ και η Αργεντινή καταρρέει και αποκλείεται σύντομα.
Τα επόμενα χρόνια απλά ολοκληρώνουν την ποδοσφαιρική καριέρα του Ντιέγκο. Μετά από κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες να γίνει προπονητής, το 1995 επιστρέφει στην μεγάλη του αγάπη την Μπόκα, όπου με τη φανέλα της θα αγωνιστεί για 2 χρόνια, ώσπου στις 30 Οκτωβρίου 1997, την ημέρα των 37ων γενεθλίων του, παίρνει την απόφαση να εγκαταλείψει οριστικά τους αγωνιστικούς χώρους.Ακόμη και στις μέρες μας η ζωή του Ντιέγκο απασχολεί συνεχώς τα διεθνή ΜΜΕ. Όσοι όμως τον αγάπησαν προσπαθούν να μην ασχολούνται με την προσωπική ζωή του ινδάλματός τους, για να μη χάσουν ποτέ από τη μνήμη τους την εικόνα του κοντούλη μάγου που φοβούνταν όλοι οι αντίπαλοι του, του ανθρώπου που μπορούσε να πάρει την μπάλα και να την καθοδηγήσει εκ του ασφαλώς στα αντίπαλα δίχτυα, του ποδοσφαιριστή που εξ αιτίας του αγάπησαν πολλά παιδιά το ποδόσφαιρο. Μ' άλλα λόγια να μην χαλάσουν την εικόνα του αγαπημένου τους Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου